Μα τι λέτε τώρα; Η αλήθεια είναι πως θα ήθελα να τα αλλάξω αλλά δεν ξέρω με τι. Η μοίρα και η τύχη (ή οι γονείς μου πιο ρεαλιστικά) τα κανόνισαν να μεγαλώσω σε μικρό νησί της επαρχίας (όχι και στα Κουφονήσια αλλά όχι και στην Εύβοια), με όλες του τις συνέπειες. Μεγάλωσα λοιπόν μέσα στη φύση (φανταστείτε μια εικόνα μικρής ξανθοκαστανομαλλούσας (ναι, μικρός είχα ανοιχτό μαλλί) εκκολαπτόμενης αδελφής να τρέχει στα λιβάδια σα τη Λόρα από το μικρό σπίτι) αλλά και μέσα στο κουτσομπολιό (ξέρετε όταν ανοίγει η πόρτα του σπιτιού και η γειτόνισσα έχει πάρει ήδη θέση να συγκρατήσει ποιος βγαίνει, με τι ρούχα, προς ποια κατεύθυνση πάει και ποιες ήταν οι διαθέσεις του).
Ευτυχώς είχα συνειδητοποιήσει ότι είμαι γκέι από τα 5 μου (ενδεχομένως να έχετε διαβάσει αυτό το post), οπότε τουλάχιστον δεν είχα να δώσω εξηγήσεις στον εαυτό μου γιατί μ αρέσει να κάνω παρέα και να παίζω πάλη με το Δημητράκη και όχι να φλερτάρω με τη Μαιρούλα. Όχι πως καταλάβαινα τότε πως σε μερικά χρόνια θα ασχολιόμουν με το τι θα φορέσω για να εντυπωσιάσω το βράδυ στο Γκάζι ή πως θα κάνω πιο ελκυστικό το προφίλ μου στο gaydar αλλά λέμε τώρα... Το δημοτικό κύλισε αναίμακτα χωρίς πολλά πολλά ενώ εγώ σαν αδελφή που σέβεται τον εαυτό της έκανα παρέα περισσότερο με κορίτσια και έπαιζα βόλλευ (τι γραφικό) ενώ το μοναδικό που με έκανε κάπως άντρα ήταν...χμ.... μάλλον τίποτα, γράψτε λάθος.
Και κάπως έτσι φτάνουμε στο γυμνάσιο. Τα αγόρια της τάξης μου (και η "παρέα" μου και γενικά, μιας και η τάξη μου ταυτιζόταν με τα αγόρια της ηλικίας της περιοχής, μιας και όπως σας είπα βρισκόμαστε σε μικρό νησί) είχαν αρχίσει να ασχολούνται με τις πρώτες καύλες τους και με το πως θα γαμήσουν την Εύα (όχι την αρχαία, αλλά το "μουνί" της τάξης) ενώ εγώ είχα αρχίσει να ασχολούμαι με το ποιος απο τους συμμαθητές μου έχει το μεγαλύτερο πουλί (Δύσκολη έρευνα btw με πολλές φορές ελλιπή στοιχεία, δεν κατάφερα να βγάλω άκρη παρά μόνο όταν τελειώσαμε και το Λύκειο). Προβληματιζόμενος έντονα για το τι πρέπει να κάνω εγώ που τα βυζιά της Εύας δε λέγανε μία μπροστά στα οπίσθια του Θανάση, σιωπούσα και άλλαζα πάντα την κουβέντα. Φυσικά υπήρχαν 1-2 νταήδες που είχαν ψυλλιαστεί τις σεξουαλικές μου προτιμήσεις και με πείραζαν αλλά γενικότερα επειδή ήμουν το καλό παιδί, ο καλός μαθητής, ο απουσιολόγος κτλ και είχα καταφέρει να κερδίσω με αυτό τον τρόπο την όποια εκτίμηση του κοινού μου.
Μπαίνοντας στο λύκειο, νομίζω πως όλη σχεδόν η τάξη το χε τούμπανο και εγώ κρυφό καμάρι, αλλά κανέναν (ούτε εμένα, ούτε αυτούς) δεν τους ένοιαζε, μιας και εγώ είχα προτιμήσει την αποχή και ονειρευόμουνα τα βράδια πως με παντρεύεται ο Φραγκίσκος Αλβέρτης (και ναι τότε ήταν πιο νέος και όμορφος). Σαν pathetic έφηβος gay, ενίοτε ερωτευόμουν διάφορους συμμαθητές ή φίλους με τους οποίους προσπαθούσα να αναπτύξω ιδιαίτερη οικειότητα, ώστε μέσα από αυτή μας τη στενή σχέση εγώ και καλά να "βιώνω το όνειρό μου". Το ποιο; Ναι και όμως. Τότε δεν ήξερα.
Ήμουν μικρός. Δε μπορούσα να φανταστώ ότι θα έρθει ο καιρός που θα περνάω καλά βγαίνοντας έξω χωρίς να χρειάζεται να καταπιέζω τον εαυτό μου. Πόσο πολύ λυπάμαι κάθε φορά που αναπολώ εκείνα τα χρόνια. Σκέφτομαι πόσο παραμυθιασμένος ήμουν, πως γινόταν να είμαι χαρούμενος τότε, πως γινόταν να νιώσω καλά με τον εαυτό μου τότε; Ευτυχώς που διάβαζα και είχα βάλει στόχο να φύγω απο εκεί το συντομότερο. Οι όποιοι ενδοιασμοί μου έγιναν σκόνη, όταν ο έρωτας της ζωής μου (ως τότε, όπως πίστευα το αθώο επαρχιωτόπουλο-Μάρθα Βούρτση) και στον οποίο εξομολογήθηκα τα συναισθήματά μου με βαριά καρδιά, αποφάσισε να διατυμπανίσει το νέο και σε άλλους φίλους μας. Ταπείνωση. Εξαθλίωση. Ντροπή. Δεν είχα λόγια. Βέβαια ευτυχώς ξεπεράστηκε γρήγορα μιας και ήταν φανερό μυστικό ότι ήμουν γκέι και όλα γύρισαν στην κανονική τους ροή. Φυσικά κανείς δε μου μίλησε ξανά έκτοτε για τα σεξουαλικά μου. ήταν γιατί ντρέπονταν; ήταν γιατί δεν ήξεραν τι να πουν; δεν ξέρω. δεν με νοιάζει. Η ζωή συνέχισε να κυλάει το ίδιο βαρετά και βασανιστικά.
Αλλά αυτό το περιστατικό, ήταν αρκετό για να ρίξω πίσω μου μαύρη πέτρα, επιστρέφοντας πλέον 1-2 φορές το χρόνο. Φορές στις οποίες νιώθω πως ο παλιός μου εαυτός είναι ακόμα εκεί και με κοιτάζει με ένα χαμόγελο παραπονεμένο, σα να μου λέει πως είχα μπορέσει να τον αφήσω να ζει έτσι, αλλά και ταυτόχρονα να μου θυμίζει το να ζω πιο έντονα και αληθινά. Αυτό προσπαθώ να κάνω. Όχι πάντα με επιτυχία, αλλά τουλάχιστον το προσπαθώ. Το χρωστάω σε εκείνο το φοβισμένο αγόρι.
Καλοκαίρι 1992